Οι ερευνητές της εταιρείας κυβερνοασφάλειας ESET που εντόπισαν το κακόβουλο λογισμικό το ονόμασαν Vyveva, ενώ αποδίδουν τη δημιουργία του στην ομάδα Lazarus λόγω ομοιότητάς του με τις προηγούμενες επιχειρήσεις της ομάδας, καθώς και με το κακόβουλο λογισμικό που χρησιμοποιεί η συγκεκριμένη ομάδα.
Το backdoor περιλαμβάνει αρκετές δυνατότητες κυβερνοκατασκοπείας, όπως μεταφορά αρχείων και συλλογή πληροφοριών από τον υπολογιστή στόχο και τις μονάδες δίσκου του. Το Vyveva επικοινωνεί με το διακομιστή Command & Control (C&C) μέσω του δικτύου Tor.
H τηλεμετρία της ESET για το Vyveva δείχνει ότι πρόκειται για στοχευμένη κυβερνοεπίθεση, καθώς οι ερευνητές της εταιρείας εντόπισαν μόνο δύο μηχανήματα που έχουν μολυνθεί, τα οποία είναι και τα δύο διακομιστές που ανήκουν στη συγκεκριμένη εταιρεία της Νοτίου Αφρικής. Σύμφωνα με την έρευνα της ESET, το Vyveva χρησιμοποιείται τουλάχιστον από το Δεκέμβριο του 2018.
Το backdoor εκτελεί τις εντολές που εκδίδονται από τους κυβερνοεγκληματίες, όπως λειτουργίες αρχείων και διεργασιών και συλλογή πληροφοριών. Υπάρχει επίσης μια λιγότερο συχνά εμφανιζόμενη εντολή για «file timestomping», η οποία επιτρέπει την αντιγραφή χρονικών σημείων «timestamps» από ένα αρχείο «δωρητή» σε ένα αρχείο προορισμού ή χρήση μιας τυχαίας ημερομηνίας.
Το Vyveva χρησιμοποιεί τη βιβλιοθήκη Tor για επικοινωνία με ένα διακομιστή C&C. Επικοινωνεί με τον C&C ανά διαστήματα τριών λεπτών, στέλνοντας πληροφορίες σχετικά με το μολυσμένο υπολογιστή και τις μονάδες δίσκου του πριν λάβει εντολές.