Η πλειονότητα των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέρριψε το αίτημα των μεγάλων τηλεπικοινωνιακών παρόχων της Ευρώπης, βάσει του οποίου θα αναγκαστούν οι εταιρείες του Big Tech να συνεισφέρουν στις επενδύσεις που απαιτούνται για την ανάπτυξη του 5G και της ευρυζωνικότητας.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του Reuters, κατά τη διάρκεια συνάντησης που πραγματοποιήθηκε στο Λουξεμβούργο με τον Thierry Breton, Επίτροπο για θέματα εσωτερικής αγοράς, οι αρμόδιοι υπουργοί από 18 χώρες είτε απέρριψαν την προτεινόμενη επιβολή ενός τέλους, είτε ζήτησαν να πραγματοποιηθεί μελέτη για την ανάγκη και τον αντίκτυπο ενός τέτοιου μέτρου.
Η Deutsche Telekom, η Orange, η Telefonica και η Telecom Italia θέλουν το Big Tech να επωμιστεί μέρος του κόστους του δικτύου, με το σκεπτικό ότι τα δεδομένα και το περιεχόμενό τους αποτελούν μεγάλο μέρος της διαδικτυακής κίνησης. Ωστόσο, η Google, η Apple, η Netflix, η Amazon και η Microsoft έχουν απορρίψει την ιδέα, υποστηρίζοντας ότι ήδη πραγματοποιούν επενδύσεις στο οικοσύστημα.
Οι ευρωπαίοι υπουργοί τηλεπικοινωνιών αναφέρθηκαν στην έλλειψη ανάλυσης σχετικά με τις επιπτώσεις ενός τέτοιου τέλους, την απουσία επενδυτικού ελλείμματος και τον κίνδυνο μετακύλισης του πρόσθετου κόστους στους καταναλωτές. Προειδοποίησαν, επίσης, για πιθανή παραβίαση των κανόνων της ΕΕ σε σχέση με την «δικτυακή ουδετερότητα», που απαιτούν την ίση μεταχείριση όλων των χρηστών, για πιθανά εμπόδια στην καινοτομία και για χαμηλότερη ποιότητα προϊόντων.
Στις χώρες που εναντιώθηκαν, βάσει του συγκεκριμένου δημοσιεύματος, στην πρόταση, περιλαμβάνονται οι Αυστρία, Βέλγιο, Τσεχία, Δανία, Φινλανδία, Γερμανία, Ιρλανδία, Λιθουανία, Μάλτα και Ολλανδία. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η Γαλλία, η Ελλάδα, η Ουγγαρία, η Ιταλία, η Ισπανία και η Κύπρος βρίσκονται μεταξύ των 10 χωρών που υποστήριξαν την ιδέα. Η Πολωνία, η Πορτογαλία και η Ρουμανία είτε κράτησαν ουδέτερη στάση, είτε δεν υιοθέτησαν κάποια θέση.
Ο Breton αναμένεται να εκδώσει μια έκθεση έως τα τέλη Ιουνίου, με μια περίληψη των σχολίων που θα παρέχουν το Big Tech, οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι και άλλοι. Οποιαδήποτε νομοθετική πρόταση πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης με τις χώρες και τους νομοθέτες της ΕΕ, προτού καταστεί νόμος.